Translation meaning & definition of the word "hive" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κυψέλη" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Hive
[Κυψέλη]/haɪv/
noun
1. A teeming multitude
- synonym:
- hive
1. Ένα πλήθος γεμάτο
- συνώνυμο:
- καταβροχθίζω
2. A man-made receptacle that houses a swarm of bees
- synonym:
- beehive ,
- hive
2. Ένα ανθρωπογενές δοχείο που στεγάζει ένα σμήνος μελισσών
- συνώνυμο:
- κυψέλη ,
- καταβροχθίζω
3. A structure that provides a natural habitation for bees
- As in a hollow tree
- synonym:
- beehive ,
- hive
3. Μια δομή που παρέχει μια φυσική κατοικία για τις μέλισσες
- Όπως σε ένα κούφιο δέντρο
- συνώνυμο:
- κυψέλη ,
- καταβροχθίζω
verb
1. Store, like bees
- "Bees hive honey and pollen"
- "He hived lots of information"
- synonym:
- hive
1. Αποθήκευση, όπως οι μέλισσες
- "Μέλι κυψέλης και γύρης"
- "Έχει αποκτήσει πολλές πληροφορίες"
- συνώνυμο:
- καταβροχθίζω
2. Move together in a hive or as if in a hive
- "The bee swarms are hiving"
- synonym:
- hive
2. Μετακινηθείτε μαζί σε μια κυψέλη ή σαν σε μια κυψέλη
- "Τα σμήνη μελισσών καταδύονται"
- συνώνυμο:
- καταβροχθίζω
3. Gather into a hive
- "The beekeeper hived the swarm"
- synonym:
- hive
3. Μαζεύω σε κυψέλη
- "Ο μελισσοκόμος αγκάλιασε το σμήνος"
- συνώνυμο:
- καταβροχθίζω
Examples of using
The murder scene was still a hive of police activity several days after the man's body had been discovered.
Η σκηνή δολοφονίας ήταν ακόμα μια κυψέλη της αστυνομικής δραστηριότητας αρκετές ημέρες μετά την ανακάλυψη του σώματος του άνδρα.
We lived in a cramped, dim house which was as small as a hive.
Ζούσαμε σε ένα στριμωγμένο, αμυδρό σπίτι που ήταν τόσο μικρό όσο μια κυψέλη.
The bees are very quickly flying out of the hive.
Οι μέλισσες πετούν πολύ γρήγορα έξω από την κυψέλη.