Translation meaning & definition of the word "hilltop" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "βηματοδότης" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Hilltop
[Λόφτοπ]/hɪltɑp/
noun
1. The peak of a hill
- "The sun set behind the brow of distant hills"
- synonym:
- hilltop ,
- brow
1. Η κορυφή ενός λόφου
- "Ο ήλιος δύει πίσω από το φρύδι των μακρινών λόφων"
- συνώνυμο:
- λόφο ,
- φυλλάδιο