Translation meaning & definition of the word "hertz" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "χέρτζ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Hertz
[Χέρτζ]/hɛrts/
noun
1. The unit of frequency
- One hertz has a periodic interval of one second
- synonym:
- hertz ,
- Hz ,
- cycle per second ,
- cycles/second ,
- cps ,
- cycle
1. Η μονάδα της συχνότητας
- Ένα χερτς έχει ένα περιοδικό διάστημα ενός δευτερολέπτου
- συνώνυμο:
- χερτζ ,
- Χζ ,
- κύκλος ανά δευτερόλεπτο ,
- κύκλοι/δεύτερος ,
- περιπτώσεισ ,
- κύκλος
2. German physicist who was the first to produce electromagnetic waves artificially (1857-1894)
- synonym:
- Hertz ,
- Heinrich Hertz ,
- Heinrich Rudolph Hertz
2. Γερμανός φυσικός που ήταν ο πρώτος που παρήγαγε ηλεκτρομαγνητικά κύματα τεχνητά (1857-1894)
- συνώνυμο:
- Χέρτζ ,
- Χάινριχ Χερτζ ,
- Χάινριχ Ρούντολφ Χερτζ
3. German physicist who with james franck proved the existence of the stationary energy states postulated by bohr (1887-1975)
- synonym:
- Hertz ,
- Gustav Hertz ,
- Gustav Ludwig Hertz
3. Γερμανός φυσικός που με τον τζέιμς φρανκ απέδειξε την ύπαρξη των σταθερών ενεργειακών κρατών που υπέβαλε ο μπορ (1887-1975)
- συνώνυμο:
- Χέρτζ ,
- Γκούσταβ Χερτζ ,
- Γκούσταβ Λούντβιχ Χερτζ