Translation meaning & definition of the word "heel" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τακούνι" στην ελληνική γλώσσα
Heel
[Τακούνι]noun
1. The bottom of a shoe or boot
- The back part of a shoe or boot that touches the ground and provides elevation
- synonym:
- heel
1. Το κάτω μέρος ενός παπουτσιού ή μιας μπότας
- Το πίσω μέρος ενός παπουτσιού ή μιας μπότας που αγγίζει το έδαφος και παρέχει υψόμετρο
- συνώνυμο:
- τακούνι
2. The back part of the human foot
- synonym:
- heel
2. Το πίσω μέρος του ανθρώπινου ποδιού
- συνώνυμο:
- τακούνι
3. Someone who is morally reprehensible
- "You dirty dog"
- synonym:
- cad ,
- bounder ,
- blackguard ,
- dog ,
- hound ,
- heel
3. Κάποιος που είναι ηθικά κατακριτέος
- "Βρώμικο σκυλί"
- συνώνυμο:
- στρατιωτικό ,
- βελονίζων ,
- μαυροφύλακας ,
- σκύλος ,
- κυνηγόσκυλο ,
- τακούνι
4. One of the crusty ends of a loaf of bread
- synonym:
- heel
4. Ένα από τα φολιδωτά άκρα ενός καρβελιού ψωμιού
- συνώνυμο:
- τακούνι
5. The lower end of a ship's mast
- synonym:
- heel
5. Το κάτω άκρο του ιστού ενός πλοίου
- συνώνυμο:
- τακούνι
6. (golf) the part of the clubhead where it joins the shaft
- synonym:
- heel
6. (γκολφ) το τμήμα του κεφαλιού όπου ενώνεται με τον άξονα
- συνώνυμο:
- τακούνι
verb
1. Tilt to one side
- "The balloon heeled over"
- "The wind made the vessel heel"
- "The ship listed to starboard"
- synonym:
- list ,
- heel
1. Κλίση προς τη μία πλευρά
- "Το μπαλόνι πέρασε"
- "Ο άνεμος έκανε τη φτέρνα του σκάφους"
- "Το πλοίο αναφέρεται στο πίνακα αστεριών"
- συνώνυμο:
- λίστα ,
- τακούνι
2. Follow at the heels of a person
- synonym:
- heel
2. Ακολουθήστε τα τακούνια ενός ατόμου
- συνώνυμο:
- τακούνι
3. Perform with the heels
- "Heel that dance"
- synonym:
- heel
3. Εκτελέστε με τα τακούνια
- "Τηλεφωνεί αυτόν τον χορό"
- συνώνυμο:
- τακούνι
4. Strike with the heel of the club
- "Heel a golf ball"
- synonym:
- heel
4. Χτυπήστε με τη φτέρνα του συλλόγου
- "Τηλεφωνήστε μια μπάλα του γκολφ"
- συνώνυμο:
- τακούνι
5. Put a new heel on
- "Heel shoes"
- synonym:
- heel ,
- reheel
5. Βάλτε ένα νέο τακούνι
- "Παπούτσια τηλεφώνου"
- συνώνυμο:
- τακούνι ,
- πρόβα