Translation meaning & definition of the word "hallelujah" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αλληλούια" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Hallelujah
[Αλληλούια]/hæləlujə/
noun
1. A shout or song of praise to god
- synonym:
- hallelujah
1. Μια κραυγή ή ένα τραγούδι επαίνου στον θεό
- συνώνυμο:
- αλληλούια