Translation meaning & definition of the word "guidebook" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "οδηγός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Guidebook
[Οδηγός]/gaɪdbʊk/
noun
1. Something that offers basic information or instruction
- synonym:
- guidebook ,
- guide
1. Κάτι που προσφέρει βασικές πληροφορίες ή οδηγίες
- συνώνυμο:
- οδηγός
Examples of using
According to the guidebook, this is the best restaurant around here.
Σύμφωνα με τον οδηγό, αυτό είναι το καλύτερο εστιατόριο εδώ γύρω.
This guidebook might be of use to you on your trip.
Αυτός ο οδηγός μπορεί να σας χρησιμοποιήσει στο ταξίδι σας.