Translation meaning & definition of the word "greet" into Greek language
Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "χαιρετώ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Greet
[Χαιρετώ]/grit/
verb
1. Express greetings upon meeting someone
- synonym:
- greet ,
- recognize ,
- recognise
1. Εκφράστε χαιρετισμούς όταν συναντήσετε κάποιον
- συνώνυμο:
- χαιρετώ ,
- αναγνωρίζω
2. Send greetings to
- synonym:
- greet
2. Στείλτε χαιρετισμούς στο
- συνώνυμο:
- χαιρετώ
3. React to in a certain way
- "The president was greeted with catcalls"
- synonym:
- greet
3. Αντιδράστε σε με συγκεκριμένο τρόπο
- "Ο πρόεδρος υποδέχτηκε με catcalls"
- συνώνυμο:
- χαιρετώ
4. Be perceived by
- "Loud music greeted him when he entered the apartment"
- synonym:
- greet
4. Γίνεται αντιληπτός από
- "Η δυνατή μουσική τον χαιρέτησε όταν μπήκε στο διαμέρισμα"
- συνώνυμο:
- χαιρετώ
Examples of using
He rose to his feet to greet me.
Σηκώθηκε όρθιος για να με χαιρετήσει.
He was aware of my presence but he did not greet me.
Είχε επίγνωση της παρουσίας μου αλλά δεν με χαιρέτησε.
When the visitor entered the room, we stood to greet him.
Όταν ο επισκέπτης μπήκε στο δωμάτιο, σταθήκαμε να τον χαιρετήσουμε.