Translation meaning & definition of the word "gooseberry" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φραγκοστάφυλο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Gooseberry
[Φραγκοστάφυλο]/gusbɛri/
noun
1. Spiny eurasian shrub having greenish purple-tinged flowers and ovoid yellow-green or red-purple berries
- synonym:
- gooseberry ,
- gooseberry bush ,
- Ribes uva-crispa ,
- Ribes grossularia
1. Αγκαθωτός ευρασιατικός θάμνος με πρασινωπά μοβ λουλούδια και ωοειδή κίτρινα-πράσινα ή κόκκινα-μωβ μούρα
- συνώνυμο:
- φραγκοστάφυλο ,
- βατόμουρο ,
- Ρίμπα οβά-κρίσπα ,
- Ακαθάριστα επίπεδα
2. Currant-like berry used primarily in jams and jellies
- synonym:
- gooseberry
2. Μούρο που μοιάζει με σταφίδα χρησιμοποιείται κυρίως σε μαρμελάδες και ζελέ
- συνώνυμο:
- φραγκοστάφυλο