Translation meaning & definition of the word "godfather" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κωδικός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Godfather
[Νονός]/gɑdfɑðər/
noun
1. Any man who serves as a sponsor for a child at baptism
- synonym:
- godfather
1. Κάθε άνθρωπος που υπηρετεί ως χορηγός για ένα παιδί στο βάπτισμα
- συνώνυμο:
- νονός
2. Someone having a relation analogous to that of a male sponsor to his godchild
- synonym:
- godfather
2. Κάποιος που έχει μια σχέση ανάλογη με εκείνη ενός αρσενικού χορηγού στο βαφτιστήρι του
- συνώνυμο:
- νονός