Translation meaning & definition of the word "frolic" into Greek language
Μεταφραστικό νόημα & ορισμός της λέξης "φρελικό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Frolic
[Πρόληψη]/frɑlɪk/
noun
1. Gay or light-hearted recreational activity for diversion or amusement
- "It was all done in play"
- "Their frolic in the surf threatened to become ugly"
- synonym:
- play ,
- frolic ,
- romp ,
- gambol ,
- caper
1. Γκέι ή ελαφριά ψυχαγωγική δραστηριότητα για εκτροπή ή διασκέδαση
- "Όλα έγιναν στο παιχνίδι"
- "Ο παγετός τους στο σερφ απείλησε να γίνει άσχημος"
- συνώνυμο:
- παίζω ,
- παγωμένοσ ,
- ανακατώνω ,
- γκαμπόλ ,
- κάπαρη
verb
1. Play boisterously
- "The children frolicked in the garden"
- "The gamboling lambs in the meadows"
- "The toddlers romped in the playroom"
- synonym:
- frolic ,
- lark ,
- rollick ,
- skylark ,
- disport ,
- sport ,
- cavort ,
- gambol ,
- frisk ,
- romp ,
- run around ,
- lark about
1. Παίξτε απαίσια
- "Τα παιδιά παλεύουν στον κήπο"
- "Οι αρνιά στοιχηματισμού στα λιβάδια"
- "Τα μικρά παιδιά βρωμούσαν στην αίθουσα παιχνιδιού"
- συνώνυμο:
- παγωμένοσ ,
- λαρκ ,
- ρολίζ ,
- φεγγίλαρκ ,
- αποσυνδέω ,
- αθλητισμός ,
- σπηλαιολόγοσ ,
- γκαμπόλ ,
- φιντ ,
- ανακατώνω ,
- τρέχω ,
- λαρκ για