Translation meaning & definition of the word "frequency" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "συχνότητα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Frequency
[Συχνότητα]/frikwənsi/
noun
1. The number of occurrences within a given time period
- "The frequency of modulation was 40 cycles per second"
- "The frequency of his seizures increased as he grew older"
- synonym:
- frequency ,
- frequence ,
- oftenness
1. Ο αριθμός των περιστατικών εντός μιας δεδομένης χρονικής περιόδου
- "Η συχνότητα της διαμόρφωσης ήταν 40 κύκλοι ανά δευτερόλεπτο"
- "Η συχνότητα των επιληπτικών κρίσεων του αυξήθηκε καθώς μεγάλωνε"
- συνώνυμο:
- συχνότητα
2. The ratio of the number of observations in a statistical category to the total number of observations
- synonym:
- frequency ,
- relative frequency
2. Η αναλογία του αριθμού των παρατηρήσεων σε στατιστική κατηγορία με τον συνολικό αριθμό των παρατηρήσεων
- συνώνυμο:
- συχνότητα ,
- σχετική συχνότητα
3. The number of observations in a given statistical category
- synonym:
- frequency ,
- absolute frequency
3. Τον αριθμό των παρατηρήσεων σε μια δεδομένη στατιστική κατηγορία
- συνώνυμο:
- συχνότητα ,
- απόλυτη συχνότητα