Translation meaning & definition of the word "frank" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τράπεζα" στην ελληνική γλώσσα
Frank
[Φρανκ]noun
1. A member of the ancient germanic peoples who spread from the rhine into the roman empire in the 4th century
- synonym:
- Frank
1. Μέλος των αρχαίων γερμανικών λαών που εξαπλώθηκαν από το ρήνο στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία τον 4ο αιώνα
- συνώνυμο:
- Φρανκ
2. A smooth-textured sausage of minced beef or pork usually smoked
- Often served on a bread roll
- synonym:
- frank ,
- frankfurter ,
- hotdog ,
- hot dog ,
- dog ,
- wiener ,
- wienerwurst ,
- weenie
2. Ένα λουκάνικο με λεία υφή από κιμά ή χοιρινό συνήθως καπνιστό
- Συχνά σερβίρεται σε ρολό ψωμιού
- συνώνυμο:
- φρανκ ,
- φρανκφούρτη ,
- αναβάτησ ,
- ζεστό σκυλί ,
- σκύλος ,
- ποτίζων ,
- βίνερβερστ ,
- βαενί
verb
1. Stamp with a postmark to indicate date and time of mailing
- synonym:
- postmark ,
- frank
1. Σφραγίδα με ταχυδρομική σφραγίδα για να υποδείξει την ημερομηνία και την ώρα της αλληλογραφίας
- συνώνυμο:
- ταχυδρομική σφραγίδα ,
- φρανκ
2. Exempt by means of an official pass or letter, as from customs or other checks
- synonym:
- frank
2. Απαλλάσσονται μέσω επίσημης κάρτας ή επιστολής, από τελωνειακούς ή άλλους ελέγχους
- συνώνυμο:
- φρανκ
adjective
1. Characterized by directness in manner or speech
- Without subtlety or evasion
- "Blunt talking and straight shooting"
- "A blunt new england farmer"
- "I gave them my candid opinion"
- "Forthright criticism"
- "A forthright approach to the problem"
- "Tell me what you think--and you may just as well be frank"
- "It is possible to be outspoken without being rude"
- "Plainspoken and to the point"
- "A point-blank accusation"
- synonym:
- blunt ,
- candid ,
- forthright ,
- frank ,
- free-spoken ,
- outspoken ,
- plainspoken ,
- point-blank ,
- straight-from-the-shoulder
1. Χαρακτηρίζεται από την αμεσότητα στον τρόπο ή την ομιλία
- Χωρίς λεπτότητα ή φοροδιαφυγή
- "Απλή ομιλία και ευθεία λήψη"
- "Ένας αμβλύ αγρότης της νέας αγγλίας"
- "Τους έδωσα την ειλικρινή μου άποψη"
- "Απόλυτη κριτική"
- "Μια ειλικρινής προσέγγιση του προβλήματος"
- "Πες μου τι σκέφτεσαι- και μπορεί να είσαι εξίσου ειλικρινής"
- "Είναι δυνατόν να ειπωθεί χωρίς να είναι αγενής"
- "Απλούστευση και στο σημείο"
- "Μια πολύ κενή κατηγορία"
- συνώνυμο:
- αμβλύ ,
- ειλικρινής ,
- ευθύς ,
- φρανκ ,
- ελεύθερη εκφώνηση ,
- πεδιάδα ,
- σημειακή κενότητα ,
- απευθείας από-το-ώμη
2. Clearly manifest
- Evident
- "Frank enjoyment"
- synonym:
- frank
2. Σαφώς φανερά
- Προφανής
- "Απόλαυση τραπεζών"
- συνώνυμο:
- φρανκ