Translation meaning & definition of the word "fourteen" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "δεκατέσσερα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Fourteen
[Δεκατέσσερα]/fɔrtin/
noun
1. The cardinal number that is the sum of thirteen and one
- synonym:
- fourteen ,
- 14 ,
- XIV
1. Ο καρδινάλιος αριθμός που είναι το άθροισμα των δεκατριών και ενός
- συνώνυμο:
- δεκατέσσερα ,
- 14 ,
- ΞΊΒ
adjective
1. Being one more than thirteen
- synonym:
- fourteen ,
- 14 ,
- xiv
1. Είναι ένα περισσότερο από δεκατρία
- συνώνυμο:
- δεκατέσσερα ,
- 14 ,
- σίβιε
Examples of using
My room is number fourteen on the third floor.
Το δωμάτιό μου είναι το νούμερο δεκατέσσερα στον τρίτο όροφο.
Mary got pregnant at age fourteen.
Η Μαίρη έμεινε έγκυος σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών.
Ten, eleven, twelve, thirteen, fourteen, fifteen, sixteen, seventeen, eighteen, nineteen, twenty.
Δέκα, έντεκα, δώδεκα, δεκατρείς, δεκατέσσερις, δεκαπέντε, δεκαέξι, δεκαεπτά, δεκαοκτώ, δεκαεννέα, είκοσι.