Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "formulate" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "διατυπώστε" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Formulate

[Διατυπώνω]
/fɔrmjəlet/

verb

1. Elaborate, as of theories and hypotheses

  • "Could you develop the ideas in your thesis"
    synonym:
  • explicate
  • ,
  • formulate
  • ,
  • develop

1. Περίτεχνα, ως προς τις θεωρίες και τις υποθέσεις

  • "Θα μπορούσατε να αναπτύξετε τις ιδέες στη διατριβή σας"
    συνώνυμο:
  • εξηγώ
  • ,
  • διατυπώνω
  • ,
  • αναπτύσσω

2. Come up with (an idea, plan, explanation, theory, or principle) after a mental effort

  • "Excogitate a way to measure the speed of light"
    synonym:
  • invent
  • ,
  • contrive
  • ,
  • devise
  • ,
  • excogitate
  • ,
  • formulate
  • ,
  • forge

2. Καταλήξτε σε μια (ανή ιδέα, σχέδιο, εξήγηση, θεωρία ή αρχή) μετά από μια ψυχική προσπάθεια

  • "Διεγείρει έναν τρόπο μέτρησης της ταχύτητας του φωτός"
    συνώνυμο:
  • επινοώ
  • ,
  • επινοεί
  • ,
  • αποσπώ
  • ,
  • διατυπώνω
  • ,
  • σφυρηλάτηση

3. Put into words or an expression

  • "He formulated his concerns to the board of trustees"
    synonym:
  • give voice
  • ,
  • formulate
  • ,
  • word
  • ,
  • phrase
  • ,
  • articulate

3. Βάλτε σε λέξεις ή σε μια έκφραση

  • "Διατύπωσε τις ανησυχίες του στο διοικητικό συμβούλιο"
    συνώνυμο:
  • δίνω φωνή
  • ,
  • διατυπώνω
  • ,
  • λέξη
  • ,
  • φράση
  • ,
  • αρθρώ

4. Prepare according to a formula

    synonym:
  • formulate

4. Προετοιμασία σύμφωνα με μια φόρμουλα

    συνώνυμο:
  • διατυπώνω