Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "flue" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μπλε" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Flue

[Καταρρέω]
/flu/

noun

1. Flat bladelike projection on the arm of an anchor

    synonym:
  • fluke
  • ,
  • flue

1. Επίπεδη προβολή στο βραχίονα μιας άγκυρας

    συνώνυμο:
  • φλεγμονή
  • ,
  • καταστρέφω

2. Organ pipe whose tone is produced by air passing across the sharp edge of a fissure or lip

    synonym:
  • flue pipe
  • ,
  • flue
  • ,
  • labial pipe

2. Σωλήνα οργάνων του οποίου ο τόνος παράγεται από τον αέρα που διέρχεται από την αιχμηρή άκρη μιας ρωγμής ή χείλους

    συνώνυμο:
  • σωλήνας καυσαερίων
  • ,
  • καταστρέφω
  • ,
  • εργαστηριακός σωλήνας

3. A conduit to carry off smoke

    synonym:
  • flue

3. Ένας αγωγός για τη μεταφορά του καπνού

    συνώνυμο:
  • καταστρέφω