Translation meaning & definition of the word "fletcher" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "φλέτσερ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Fletcher
[Φλέτσερ]/flɛʧər/
noun
1. Prolific english dramatist who collaborated with francis beaumont and many other dramatists (1579-1625)
- synonym:
- Fletcher ,
- John Fletcher
1. Παραγωγικός άγγλος δραματουργός που συνεργάστηκε με τον φράνσις μπεαουμόν και πολλούς άλλους δραματουργούς (1579-1625)
- συνώνυμο:
- Φλέτσερ ,
- Τζον Φλέτσερ