Translation meaning & definition of the word "flashing" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αναβοσβήνει" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Flashing
[Αναβοσβήνει]/flæʃɪŋ/
noun
1. A short vivid experience
- "A flash of emotion swept over him"
- "The flashings of pain were a warning"
- synonym:
- flash ,
- flashing
1. Μια σύντομη ζωντανή εμπειρία
- "Μια λάμψη συναισθήματος τον παρέσυρε"
- "Οι λάμψεις του πόνου ήταν μια προειδοποίηση"
- συνώνυμο:
- φλας ,
- αναβοσβήνει
2. Sheet metal shaped and attached to a roof for strength and weatherproofing
- synonym:
- flashing
2. Φύλλο μετάλλων σε σχήμα και συνδεδεμένο με μια στέγη για τη δύναμη και την αλλεργία
- συνώνυμο:
- αναβοσβήνει