Translation meaning & definition of the word "flake" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "νιφάδα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Flake
[Νιφάδα]/flek/
noun
1. A crystal of snow
- synonym:
- snowflake ,
- flake
1. Ένας κρύσταλλος χιονιού
- συνώνυμο:
- νιφάδα χιονιού ,
- νιφάδα
2. A person with an unusual or odd personality
- synonym:
- eccentric ,
- eccentric person ,
- flake ,
- oddball ,
- geek
2. Ένα άτομο με ασυνήθιστη ή περίεργη προσωπικότητα
- συνώνυμο:
- εκκεντρικόσ ,
- εκκεντρικό άτομο ,
- νιφάδα ,
- περίεργο μπάλα ,
- τζεκ
3. A small fragment of something broken off from the whole
- "A bit of rock caught him in the eye"
- synonym:
- bit ,
- chip ,
- flake ,
- fleck ,
- scrap
3. Ένα μικρό κομμάτι από κάτι διαλυμένο από το σύνολο
- "Λίγο βράχος τον έπιασε στα μάτια"
- συνώνυμο:
- λίγο ,
- τσιπ ,
- νιφάδα ,
- φλαμ ,
- απορρίμματα
verb
1. Form into flakes
- "The substances started to flake"
- synonym:
- flake
1. Σχηματίζεται σε νιφάδες
- "Οι ουσίες άρχισαν να ξεφλουδίζουν"
- συνώνυμο:
- νιφάδα
2. Cover with flakes or as if with flakes
- synonym:
- flake
2. Καλύψτε με τις νιφάδες ή σαν με τις νιφάδες
- συνώνυμο:
- νιφάδα
3. Come off in flakes or thin small pieces
- "The paint in my house is peeling off"
- synonym:
- peel off ,
- peel ,
- flake off ,
- flake
3. Βγείτε έξω σε νιφάδες ή λεπτά μικρά κομμάτια
- "Το χρώμα στο σπίτι μου ξεφλουδίζει"
- συνώνυμο:
- ξεφλουδίζω ,
- φλούδα ,
- νιφάδα