Translation meaning & definition of the word "five" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πέντε" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Five
[Πέντε]/faɪv/
noun
1. The cardinal number that is the sum of four and one
- synonym:
- five ,
- 5 ,
- V ,
- cinque ,
- quint ,
- quintet ,
- fivesome ,
- quintuplet ,
- pentad ,
- fin ,
- Phoebe ,
- Little Phoebe
1. Ο καρδινάλιος αριθμός που είναι το άθροισμα των τεσσάρων και ενός
- συνώνυμο:
- πέντε ,
- 5 ,
- Β ,
- τσιγγούνησ ,
- περίπτερο ,
- κουιντέτο ,
- πεθαίνω ,
- πεντάδυμο ,
- πεντάδα ,
- πτερύγιο ,
- Φοίβη ,
- Μικρή Φοίβη
2. A team that plays basketball
- synonym:
- basketball team ,
- five
2. Μια ομάδα που παίζει μπάσκετ
- συνώνυμο:
- ομάδα μπάσκετ ,
- πέντε
3. A playing card or a domino or a die whose upward face shows five pips
- synonym:
- five-spot ,
- five
3. Μια κάρτα παιχνιδιού ή ένα ντόμινο ή ένας κύβος του οποίου το πρόσωπο προς τα πάνω δείχνει πέντε κουκούτσια
- συνώνυμο:
- πενταεπιτόπια ,
- πέντε
adjective
1. Being one more than four
- synonym:
- five ,
- 5 ,
- v
1. Είναι ένα περισσότερα από τέσσερα
- συνώνυμο:
- πέντε ,
- 5 ,
- β
Examples of using
At five o'clock, there's always a rush.
Στις πέντε η ώρα, υπάρχει πάντα μια βιασύνη.
Tom scored five runs.
Ο Τομ σκόραρε πέντε τρεξίματα.
Who's the tallest of the five?
Ποιος είναι ο ψηλότερος από τους πέντε?