Translation meaning & definition of the word "fez" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φέζ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Fez
[Φεζ]/fɛz/
noun
1. A city in north central morocco
- Religious center
- synonym:
- Fez ,
- Fes
1. Μια πόλη στο βόρειο κεντρικό μαρόκο
- Θρησκευτικό κέντρο
- συνώνυμο:
- Φεζ ,
- Φες
2. A felt cap (usually red) for a man
- Shaped like a flat-topped cone with a tassel that hangs from the crown
- synonym:
- fez ,
- tarboosh
2. Ένα αισθητό καπάκι (συνήθως κόκκινο) για έναν άνδρα
- Σχηματίζεται σαν ένας επίπεδος κώνος με μια φούντα που κρέμεται από το στέμμα
- συνώνυμο:
- φεζ ,
- ταρμπό