Translation meaning & definition of the word "fantasy" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φαντασία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Fantasy
[Φαντασία]/fæntəsi/
noun
1. Imagination unrestricted by reality
- "A schoolgirl fantasy"
- synonym:
- fantasy ,
- phantasy
1. Φαντασία απεριόριστη από την πραγματικότητα
- "Μια μαθήτρια φαντασία"
- συνώνυμο:
- φαντασία
2. Fiction with a large amount of imagination in it
- "She made a lot of money writing romantic fantasies"
- synonym:
- fantasy ,
- phantasy
2. Φαντασία με μεγάλη φαντασία σε αυτό
- "Έβγαλε πολλά χρήματα γράφοντας ρομαντικές φαντασιώσεις"
- συνώνυμο:
- φαντασία
3. Something many people believe that is false
- "They have the illusion that i am very wealthy"
- synonym:
- illusion ,
- fantasy ,
- phantasy ,
- fancy
3. Κάτι που πολλοί πιστεύουν ότι είναι ψεύτικο
- "Έχουν την ψευδαίσθηση ότι είμαι πολύ πλούσιος"
- συνώνυμο:
- ψευδαίσθηση ,
- φαντασία ,
- φανταχτερός
verb
1. Indulge in fantasies
- "He is fantasizing when he says he plans to start his own company"
- synonym:
- fantasy ,
- fantasize ,
- fantasise
1. Ενδώστε στις φαντασιώσεις
- "Φαντασιώνεται όταν λέει ότι σκοπεύει να ξεκινήσει τη δική του εταιρεία"
- συνώνυμο:
- φαντασία ,
- φαντασιώνομαι
Examples of using
Tom lives in a fantasy world.
Ο Τομ ζει σε έναν κόσμο φαντασίας.
Tom does not know the difference between reality and fantasy.
Ο Τομ δεν γνωρίζει τη διαφορά μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.
Sometimes reality and fantasy are hard to distinguish.
Μερικές φορές η πραγματικότητα και η φαντασία είναι δύσκολο να διακριθούν.