Translation meaning & definition of the word "eye" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μάτι" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Eye
[Μάτι]/aɪ/
noun
1. The organ of sight
- synonym:
- eye ,
- oculus ,
- optic
1. Το όργανο της όρασης
- συνώνυμο:
- μάτι ,
- οφθαλμός ,
- οπτικό
2. Good discernment (either visually or as if visually)
- "She has an eye for fresh talent"
- "He has an artist's eye"
- synonym:
- eye
2. Καλή διάκριση (είτε οπτικά είτε σαν οπτικά)
- "Έχει ένα μάτι για φρέσκο ταλέντο"
- "Έχει το μάτι ενός καλλιτέχνη"
- συνώνυμο:
- μάτι
3. Attention to what is seen
- "He tried to catch her eye"
- synonym:
- eye
3. Προσοχή σε αυτό που βλέπουμε
- "Προσπάθησε να πιάσει το μάτι της"
- συνώνυμο:
- μάτι
4. An area that is approximately central within some larger region
- "It is in the center of town"
- "They ran forward into the heart of the struggle"
- "They were in the eye of the storm"
- synonym:
- center ,
- centre ,
- middle ,
- heart ,
- eye
4. Μια περιοχή που είναι περίπου κεντρική σε κάποια μεγαλύτερη περιοχή
- "Βρίσκεται στο κέντρο της πόλης"
- "Έτρεξαν μπροστά στην καρδιά του αγώνα"
- "Ήταν στο μάτι της καταιγίδας"
- συνώνυμο:
- κέντρο ,
- μεσαίος ,
- καρδιά ,
- μάτι
5. A small hole or loop (as in a needle)
- "The thread wouldn't go through the eye"
- synonym:
- eye
5. Μια μικρή τρύπα ή βρόχος (α σε μια βελόν)
- "Το νήμα δεν θα περνούσε από το μάτι"
- συνώνυμο:
- μάτι
verb
1. Look at
- synonym:
- eye ,
- eyeball
1. Κοιτάζω
- συνώνυμο:
- μάτι
Examples of using
His mother discreetly kept an eye on the boy.
Η μητέρα του παρακολουθούσε διακριτικά το αγόρι.
Bacteria are invisible to the naked eye.
Τα βακτήρια είναι αόρατα με γυμνό μάτι.
"Which would you choose - to have your eye put out or your ass fucked?" "I see your eyes are both in their place."
"Τι θα επιλέγατε - να σβήσετε το μάτι σας ή να γαμήσει ο κώλος σας?" "Βλέπω τα μάτια σου να είναι και τα δύο στη θέση τους."