Translation meaning & definition of the word "epitome" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "επιτομή" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Epitome
[Επιτομή]/ɪpɪtəmi/
noun
1. A standard or typical example
- "He is the prototype of good breeding"
- "He provided america with an image of the good father"
- synonym:
- prototype ,
- paradigm ,
- epitome ,
- image
1. Ένα τυπικό ή τυπικό παράδειγμα
- "Είναι το πρωτότυπο της καλής αναπαραγωγής"
- "Έδωσε στην αμερική μια εικόνα του καλού πατέρα"
- συνώνυμο:
- πρωτότυπο ,
- παράδειγμα ,
- επιτομή ,
- εικόνα
2. A brief abstract (as of an article or book)
- synonym:
- epitome
2. Μια σύντομη περίληψη (α ενός άρθρου ή βιβλίο)
- συνώνυμο:
- επιτομή
Examples of using
The old man is the epitome of kindness.
Ο γέρος είναι η επιτομή της καλοσύνης.