Translation meaning & definition of the word "embodiment" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "συμβόλαιο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Embodiment
[Ενσωμάτωση]/ɛmbɑdimənt/
noun
1. A new personification of a familiar idea
- "The embodiment of hope"
- "The incarnation of evil"
- "The very avatar of cunning"
- synonym:
- embodiment ,
- incarnation ,
- avatar
1. Μια νέα προσωποποίηση μιας γνώριμης ιδέας
- "Η ενσάρκωση της ελπίδας"
- "Η ενσάρκωση του κακού"
- "Το ίδιο το άβαταρ της πονηριάς"
- συνώνυμο:
- ενσάρκωση ,
- άβαταρ
2. A concrete representation of an otherwise nebulous concept
- "A circle was the embodiment of his concept of life"
- synonym:
- shape ,
- embodiment
2. Συγκεκριμένη αναπαράσταση μιας κατά τα άλλα νεφελώδους έννοιας
- "Ένας κύκλος ήταν η ενσάρκωση της έννοιας της ζωής"
- συνώνυμο:
- σχήμα ,
- ενσάρκωση
3. Giving concrete form to an abstract concept
- synonym:
- embodiment
3. Δίνοντας συγκεκριμένη μορφή σε μια αφηρημένη έννοια
- συνώνυμο:
- ενσάρκωση