Translation meaning & definition of the word "eclipse" into Greek language
Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "έκλειψη" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Eclipse
[Έκλειψη]/ɪklɪps/
noun
1. One celestial body obscures another
- synonym:
- eclipse ,
- occultation
1. Ένα ουράνιο σώμα κρύβει ένα άλλο
- συνώνυμο:
- έκλειψη ,
- απόκρυψη
verb
1. Be greater in significance than
- "The tragedy overshadowed the couple's happiness"
- synonym:
- overshadow ,
- dominate ,
- eclipse
1. Να είστε μεγαλύτεροι σε σημασία από
- "Η τραγωδία επισκίασε την ευτυχία του ζευγαριού"
- συνώνυμο:
- επισκιάζω ,
- κυριαρχεί ,
- έκλειψη
2. Cause an eclipse of (a celestial body) by intervention
- "The sun eclipses the moon today"
- "Planets and stars often are occulted by other celestial bodies"
- synonym:
- eclipse ,
- occult
2. Προκαλέστε έκλειψη (ουράνιου σώματος) με παρέμβαση
- "Ο ήλιος επισκιάζει το φεγγάρι σήμερα"
- "Οι πλανήτες και τα αστέρια συχνά κρύβονται από άλλα ουράνια σώματα"
- συνώνυμο:
- έκλειψη ,
- απόκρυφοσ
Examples of using
Tomorrow's total eclipse of the sun will be visible from the southern hemisphere.
Η αυριανή ολική έκλειψη του ήλιου θα είναι ορατή από το νότιο ημισφαίριο.
The total solar eclipse can be observed next year on June 100nd.
Η ολική έκλειψη ηλίου μπορεί να παρατηρηθεί το επόμενο έτος στις 100 Ιουνίου.
The total solar eclipse can be observed next year on June 22nd.
Η ολική έκλειψη ηλίου μπορεί να παρατηρηθεί το επόμενο έτος στις 22 Ιουνίου.