Translation meaning & definition of the word "east" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ανατολικά" στην ελληνική γλώσσα
East
[Ανατολή]noun
1. The cardinal compass point that is at 90 degrees
- synonym:
- east ,
- due east ,
- eastward ,
- E
1. Το καρδινάλιο σημείο πυξίδας που είναι στους 90 βαθμούς
- συνώνυμο:
- ανατολικά ,
- Ε
2. The countries of asia
- synonym:
- East ,
- Orient
2. Οι χώρες της ασίας
- συνώνυμο:
- Ανατολή ,
- Προσανατολισμένοσ
3. The region of the united states lying to the north of the ohio river and to the east of the mississippi river
- synonym:
- East ,
- eastern United States
3. Η περιοχή των ηνωμένων πολιτειών βρίσκεται στα βόρεια του ποταμού οχάιο και στα ανατολικά του ποταμού μισισιπή
- συνώνυμο:
- Ανατολή ,
- ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες
4. The direction corresponding to the eastward cardinal compass point
- synonym:
- east
4. Η κατεύθυνση που αντιστοιχεί στο ανατολικό καρδινάλιο σημείο πυξίδας
- συνώνυμο:
- ανατολικά
5. A location in the eastern part of a country, region, or city
- synonym:
- east
5. Μια τοποθεσία στο ανατολικό τμήμα μιας χώρας, περιοχής ή πόλης
- συνώνυμο:
- ανατολικά
adjective
1. Situated in or facing or moving toward the east
- synonym:
- east
1. Βρίσκεται μέσα ή προς τα πίσω ή κινείται προς τα ανατολικά
- συνώνυμο:
- ανατολικά
adverb
1. To, toward, or in the east
- "We travelled east for several miles"
- "Located east of rome"
- synonym:
- east
1. Προς, προς, ή ανατολικά
- "Ταξιδέψαμε ανατολικά για αρκετά μίλια"
- "Βρίσκεται ανατολικά της ρώμης"
- συνώνυμο:
- ανατολικά