Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "eagle" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αετός" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Eagle

[Αετός]
/igəl/

noun

1. Any of various large keen-sighted diurnal birds of prey noted for their broad wings and strong soaring flight

    synonym:
  • eagle
  • ,
  • bird of Jove

1. Οποιοδήποτε από τα διάφορα μεγάλα διορατικά ημερήσια πτηνά της λείας σημειώνεται για τα ευρεία φτερά τους και ισχυρή ανοδική πτήση

    συνώνυμο:
  • αετός
  • ,
  • πουλί του Τζάουβ

2. (golf) a score of two strokes under par on a hole

    synonym:
  • eagle

2. (γκολφ) μια βαθμολογία δύο εγκεφαλικών επεισοδίων κάτω από το ίδιο σε μια τρύπα

    συνώνυμο:
  • αετός

3. A former gold coin in the united states worth 10 dollars

    synonym:
  • eagle

3. Ένα πρώην χρυσό νόμισμα στις ηνωμένες πολιτείες αξίζει 10 δολάρια

    συνώνυμο:
  • αετός

4. An emblem representing power

  • "The roman eagle"
    synonym:
  • eagle

4. Ένα έμβλημα που αντιπροσωπεύει τη δύναμη

  • "Ο ρωμαϊκός αετός"
    συνώνυμο:
  • αετός

verb

1. Shoot two strokes under par

  • "She eagled the hole"
    synonym:
  • eagle
  • ,
  • double birdie

1. Πυροβολήστε δύο εγκεφαλικά επεισόδια κάτω από το παρ

  • "Γεμίζει την τρύπα"
    συνώνυμο:
  • αετός
  • ,
  • διπλό πουλί

2. Shoot in two strokes under par

    synonym:
  • eagle

2. Πυροβολήστε σε δύο εγκεφαλικά επεισόδια κάτω από το παρ

    συνώνυμο:
  • αετός

Examples of using

The eagle is about to land.
Ο αετός προσγειώνεται.
An eagle was soaring high up in the air.
Ένας αετός ανέβαινε ψηλά στον αέρα.
The eagle does not catch flies.
Ο αετός δεν πιάνει μύγες.