Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "distemper" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "απόσβεση" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Distemper

[Αποστακτήρασ]
/dɪstɛmpər/

noun

1. Any of various infectious viral diseases of animals

    synonym:
  • distemper

1. Οποιαδήποτε από τις διάφορες μολυσματικές ιογενείς ασθένειες των ζώων

    συνώνυμο:
  • αποστασιοποιητήσ

2. An angry and disagreeable mood

    synonym:
  • ill humor
  • ,
  • ill humour
  • ,
  • distemper

2. Μια θυμωμένη και δυσάρεστη διάθεση

    συνώνυμο:
  • κακό χιούμορ
  • ,
  • απαίσιο χιούμορ
  • ,
  • αποστασιοποιητήσ

3. Paint made by mixing the pigments with water and a binder

    synonym:
  • distemper

3. Χρώμα που γίνεται με την ανάμειξη των χρωστικών με το νερό και ένα συνδετικό

    συνώνυμο:
  • αποστασιοποιητήσ

4. A painting created with paint that is made by mixing the pigments with water and a binder

    synonym:
  • distemper

4. Ένας πίνακας που δημιουργείται με χρώμα που γίνεται αναμιγνύοντας τις χρωστικές με νερό και ένα συνδετικό υλικό

    συνώνυμο:
  • αποστασιοποιητήσ

5. A method of painting in which the pigments are mixed with water and a binder

  • Used for painting posters or murals or stage scenery
    synonym:
  • distemper

5. Μια μέθοδος ζωγραφικής στην οποία οι χρωστικές αναμιγνύονται με νερό και ένα συνδετικό υλικό

  • Χρησιμοποιημένος για τη ζωγραφική των αφισών ή των τοιχογραφιών ή το σκηνικό τοπίο
    συνώνυμο:
  • αποστασιοποιητήσ

verb

1. Paint with distemper

    synonym:
  • distemper

1. Χρώμα με αποστακτήρα

    συνώνυμο:
  • αποστασιοποιητήσ