Translation meaning & definition of the word "display" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "εμφάνιση" στην ελληνική γλώσσα
Display
[Οθόνη]noun
1. Something intended to communicate a particular impression
- "Made a display of strength"
- "A show of impatience"
- "A good show of looking interested"
- synonym:
- display ,
- show
1. Κάτι που προορίζεται να εκφράσει μια συγκεκριμένη εντύπωση
- "Κάναμε μια επίδειξη δύναμης"
- "Ένα επίδειξη ανυπομονησίας"
- "Μια καλή επίδειξη που δείχνει ενδιαφέρον"
- συνώνυμο:
- εμφάνιση ,
- εμφανίζω
2. Something shown to the public
- "The museum had many exhibits of oriental art"
- synonym:
- display ,
- exhibit ,
- showing
2. Κάτι που δείχνει το κοινό
- "Το μουσείο είχε πολλά εκθέματα ανατολίτικης τέχνης"
- συνώνυμο:
- εμφάνιση ,
- εκθέτω
3. A visual representation of something
- synonym:
- display ,
- presentation
3. Μια οπτική αναπαράσταση από κάτι
- συνώνυμο:
- εμφάνιση ,
- παρουσίαση
4. Behavior that makes your feelings public
- "A display of emotion"
- synonym:
- display
4. Συμπεριφορά που κάνει τα συναισθήματά σας δημόσια
- "Επίδειξη συναισθήματος"
- συνώνυμο:
- εμφάνιση
5. Exhibiting openly in public view
- "A display of courage"
- synonym:
- display
5. Εκθέτοντας ανοιχτά στη δημόσια θέα
- "Επίδειξη θάρρους"
- συνώνυμο:
- εμφάνιση
6. An electronic device that represents information in visual form
- synonym:
- display ,
- video display
6. Μια ηλεκτρονική συσκευή που αντιπροσωπεύει πληροφορίες σε οπτική μορφή
- συνώνυμο:
- εμφάνιση ,
- εμφάνιση βίντεο
verb
1. To show, make visible or apparent
- "The metropolitan museum is exhibiting goya's works this month"
- "Why don't you show your nice legs and wear shorter skirts?"
- "National leaders will have to display the highest skills of statesmanship"
- synonym:
- expose ,
- exhibit ,
- display
1. Για να δείξει, να κάνει ορατό ή εμφανές
- "Το μητροπολιτικό μουσείο εκθέτει τα έργα του γκόγια αυτό το μήνα"
- "Γιατί δεν δείχνεις τα ωραία σου πόδια και φοράς κοντύτερες φούστες?"
- "Οι εθνικοί ηγέτες θα πρέπει να επιδείξουν τις υψηλότερες δεξιότητες πολιτικής"
- συνώνυμο:
- εκθέτω ,
- εμφάνιση
2. Attract attention by displaying some body part or posing
- Of animals
- synonym:
- display
2. Προσελκύστε την προσοχή εμφανίζοντας κάποιο μέρος του σώματος ή ποζάροντας
- Ζώων
- συνώνυμο:
- εμφάνιση