Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "diary" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ημερολόγιο" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Diary

[Ημερολόγιο]
/daɪəri/

noun

1. A daily written record of (usually personal) experiences and observations

    synonym:
  • diary
  • ,
  • journal

1. Ημερήσιο γραπτό αρχείο (συνήθως προσωπικών εμπειριών και παρατηρήσεων

    συνώνυμο:
  • ημερολόγιο
  • ,
  • περιοδικό

2. A personal journal (as a physical object)

    synonym:
  • diary

2. Ένα προσωπικό ημερολόγιο (ας ένα φυσικό αντικείμενο)

    συνώνυμο:
  • ημερολόγιο

Examples of using

I’m keeping my diary on Google+ so that no one reads it.
Διατηρώ το ημερολόγιό μου για το Γκόγκλε+, έτσι ώστε κανείς να μην το διαβάσει.
Tom found Mary's diary and read the last three pages.
Ο Τομ βρήκε το ημερολόγιο της Μαίρης και διάβασε τις τρεις τελευταίες σελίδες.
I keep a diary in French.
Κρατάω ημερολόγιο στα γαλλικά.