Translation meaning & definition of the word "devious" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φθονερό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Devious
[Ζηλιάρησ]/diviəs/
adjective
1. Indirect in departing from the accepted or proper way
- Misleading
- "Used devious means to achieve success"
- "Gave oblique answers to direct questions"
- "Oblique political maneuvers"
- synonym:
- devious ,
- oblique
1. Έμμεση αναχώρηση από τον αποδεκτό ή σωστό τρόπο
- Παραπλανητικόσ
- "Χρησιμοποίησε τα απαίσια μέσα για να επιτύχει την επιτυχία"
- "Έδωσε πλάγιες απαντήσεις σε άμεσες ερωτήσεις"
- "Αληθινοί πολιτικοί ελιγμοί"
- συνώνυμο:
- αποτρόπαιος ,
- πλάγια
2. Characterized by insincerity or deceit
- Evasive
- "A devious character"
- "Shifty eyes"
- synonym:
- devious ,
- shifty
2. Χαρακτηρίζεται από ανειλικρίνεια ή εξαπάτηση
- Αποφευκτικόσ
- "Ένας παράφρων χαρακτήρας"
- "Αστεία μάτια"
- συνώνυμο:
- αποτρόπαιος ,
- αποτυχία
3. Deviating from a straight course
- "A scenic but devious route"
- "A long and circuitous journey by train and boat"
- "A roundabout route avoided rush-hour traffic"
- synonym:
- devious ,
- circuitous ,
- roundabout
3. Αποκλίνοντας από μια ευθεία πορεία
- "Μια γραφική αλλά αποτρόπαια διαδρομή"
- "Ένα μακρύ και συνεχές ταξίδι με τρένο και βάρκα"
- "Μια διαδρομή κυκλικού κόμβου απέφευγε την κυκλοφορία αιχμής"
- συνώνυμο:
- αποτρόπαιος ,
- κυκλωματικόσ ,
- κυκλικός κόμβος
Examples of using
Tom is devious.
Ο Τομ είναι πονηρός.