Translation meaning & definition of the word "demolish" into Greek language
Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "κατεδαφίζω" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Demolish
[Κατεδαφίζω]/dɪmɑlɪʃ/
verb
1. Destroy completely
- "The wrecking ball demolished the building"
- "Demolish your enemies"
- "Pulverize the rebellion before it gets out of hand"
- synonym:
- demolish ,
- pulverize ,
- pulverise
1. Καταστρέψτε εντελώς
- "Η μπάλα που κατέστρεψε κατέστρεψε το κτίριο"
- "Κατεδαφίστε τους εχθρούς σας"
- "Κονιορτοποιήστε την εξέγερση πριν ξεφύγει από τον έλεγχο"
- συνώνυμο:
- κατεδαφίζω ,
- κονιορτοποιώ ,
- κονιορτοποίηση
2. Humiliate or depress completely
- "She was crushed by his refusal of her invitation"
- "The death of her son smashed her"
- synonym:
- crush ,
- smash ,
- demolish
2. Ταπεινώστε ή καταθλίψτε εντελώς
- "Την συνέτριψε η άρνησή του για την πρόσκλησή της"
- "Ο θάνατος του γιου της την έσπασε"
- συνώνυμο:
- συντρίβω ,
- συντριβή ,
- κατεδαφίζω
3. Defeat soundly
- "The home team demolished the visitors"
- synonym:
- demolish ,
- destroy
3. Νικήστε ήσυχα
- "Οι γηπεδούχοι γκρέμισαν τους φιλοξενούμενους"
- συνώνυμο:
- κατεδαφίζω ,
- καταστρέφω