Translation meaning & definition of the word "delete" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "διαγραφή" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Delete
[Διαγράφω]/dɪlit/
verb
1. Remove or make invisible
- "Please delete my name from your list"
- synonym:
- delete ,
- cancel
1. Αφαιρέστε ή κάντε αόρατο
- "Παρακαλώ διαγράψτε το όνομά μου από τη λίστα σας"
- συνώνυμο:
- διαγραφή ,
- ακυρώνω
2. Wipe out digitally or magnetically recorded information
- "Who erased the files form my hard disk?"
- synonym:
- erase ,
- delete
2. Αφαιρέστε ψηφιακά ή μαγνητικά καταγεγραμμένες πληροφορίες
- "Ποιος διέγραψε τα αρχεία από τον σκληρό μου δίσκο?"
- συνώνυμο:
- διαγράφω ,
- διαγραφή
3. Cut or eliminate
- "She edited the juiciest scenes"
- synonym:
- edit ,
- blue-pencil ,
- delete
3. Κόψτε ή εξαλείψτε
- "Επεξεργάστηκε τις πιο ζουμερές σκηνές"
- συνώνυμο:
- επεξεργασία ,
- μπλε-μολύβι ,
- διαγραφή
Examples of using
Do not delete this example sentence.
Μην διαγράψετε αυτήν την πρόταση παραδείγματος.
I'll delete the sentence.
Θα διαγράψω την πρόταση.
Please delete the comment.
Διαγράψτε το σχόλιο.