Translation meaning & definition of the word "decipher" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αποκρυπτογράφηση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Decipher
[Αποκρυπτογραφώ]/dɪsaɪfər/
verb
1. Convert code into ordinary language
- synonym:
- decode ,
- decrypt ,
- decipher
1. Μετατροπή κώδικα σε συνηθισμένη γλώσσα
- συνώνυμο:
- αποκωδικοποιώ ,
- αποκρυπτογραφώ ,
- αποκρυπτογράφηση
2. Read with difficulty
- "Can you decipher this letter?"
- "The archeologist traced the hieroglyphs"
- synonym:
- decipher ,
- trace
2. Διαβάστε με δυσκολία
- "Μπορείς να αποκρυπτογραφήσεις αυτό το γράμμα?"
- "Ο αρχαιολόγος εντόπισε τα ιερογλυφικά"
- συνώνυμο:
- αποκρυπτογράφηση ,
- ίχνος