Translation meaning & definition of the word "dawn" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "γενναίος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Dawn
[Αυγή]/dɔn/
noun
1. The first light of day
- "We got up before dawn"
- "They talked until morning"
- synonym:
- dawn ,
- dawning ,
- morning ,
- aurora ,
- first light ,
- daybreak ,
- break of day ,
- break of the day ,
- dayspring ,
- sunrise ,
- sunup ,
- cockcrow
1. Το πρώτο φως της ημέρας
- "Σηκωθήκαμε πριν την αυγή"
- "Μιλούσαν μέχρι το πρωί"
- συνώνυμο:
- αυγή ,
- ξημέρωμα ,
- πρωί ,
- αύρα ,
- πρώτο φως ,
- πρωινό ,
- διάλειμμα της ημέρας ,
- αναχώρηση ημέρασ ,
- ανατολή ,
- ηλιοβασίλεμα ,
- πασαρέλα
2. The earliest period
- "The dawn of civilization"
- "The morning of the world"
- synonym:
- dawn ,
- morning
2. Η πρώτη περίοδος
- "Η αυγή του πολιτισμού"
- "Το πρωί του κόσμου"
- συνώνυμο:
- αυγή ,
- πρωί
3. An opening time period
- "It was the dawn of the roman empire"
- synonym:
- dawn
3. Χρονική περίοδος ανοίγματος
- "Ήταν η αυγή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας"
- συνώνυμο:
- αυγή
verb
1. Become clear or enter one's consciousness or emotions
- "It dawned on him that she had betrayed him"
- "She was penetrated with sorrow"
- synonym:
- click ,
- get through ,
- dawn ,
- come home ,
- get across ,
- sink in ,
- penetrate ,
- fall into place
1. Γίνετε σαφείς ή εισάγετε τη συνείδηση ή τα συναισθήματά σας
- "Του είπε ότι τον είχε προδώσει"
- "Διείσδυσε με θλίψη"
- συνώνυμο:
- κάντε κλικ στο ,
- περνώ ,
- αυγή ,
- ελάτε σπίτι ,
- βυθίζομαι ,
- διεισδύω ,
- πέφτω στη θέση μου
2. Appear or develop
- "The age of computers had dawned"
- synonym:
- dawn
2. Εμφανίζονται ή αναπτύσσονται
- "Η εποχή των υπολογιστών είχε ξημερώσει"
- συνώνυμο:
- αυγή
3. Become light
- "It started to dawn, and we had to get up"
- synonym:
- dawn
3. Γίνομαι φως
- "Ξεκίνησε να ξημερώνει και έπρεπε να σηκωθούμε"
- συνώνυμο:
- αυγή
Examples of using
This invention marked the dawn of a new era in weaving.
Αυτή η εφεύρεση σηματοδότησε την αυγή μιας νέας εποχής στην ύφανση.
I got up at the crack of dawn.
Σηκώθηκα στη ρωγμή της αυγής.
Tom was up before dawn.
Ο Τομ ήταν πάνω πριν το ξημέρωμα.