Translation meaning & definition of the word "cyrus" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κύρος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Cyrus
[Κύρος]/saɪrəs/
noun
1. Persian prince who was defeated in battle by his brother artaxerxes ii (424-401 bc)
- synonym:
- Cyrus ,
- Cyrus the Younger
1. Πέρσης πρίγκιπας που ηττήθηκε στη μάχη από τον αδελφό του αρταξέρξη ιι (424-401 π.χ.)
- συνώνυμο:
- Κύρος ,
- Κύρος ο νεότερος