Translation meaning & definition of the word "cycle" into Greek language
Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "κύκλος" στην ελληνική γλώσσα
Cycle
[Κύκλος]noun
1. An interval during which a recurring sequence of events occurs
- "The never-ending cycle of the seasons"
- synonym:
- cycle ,
- rhythm ,
- round
1. Ένα διάστημα κατά το οποίο συμβαίνει μια επαναλαμβανόμενη ακολουθία γεγονότων
- "Ο ατέρμονος κύκλος των εποχών"
- συνώνυμο:
- κύκλος ,
- ρυθμός ,
- στρογγυλόσ
2. A series of poems or songs on the same theme
- "Schubert's song cycles"
- synonym:
- cycle
2. Μια σειρά από ποιήματα ή τραγούδια με το ίδιο θέμα
- "Οι κύκλοι τραγουδιών του σούμπερτ"
- συνώνυμο:
- κύκλος
3. A periodically repeated sequence of events
- "A cycle of reprisal and retaliation"
- synonym:
- cycle
3. Μια περιοδικά επαναλαμβανόμενη αλληλουχία γεγονότων
- "Ένας κύκλος αντιποίνων και αντιποίνων"
- συνώνυμο:
- κύκλος
4. The unit of frequency
- One hertz has a periodic interval of one second
- synonym:
- hertz ,
- Hz ,
- cycle per second ,
- cycles/second ,
- cps ,
- cycle
4. Η μονάδα συχνότητας
- Ένα hertz έχει ένα περιοδικό διάστημα ενός δευτερολέπτου
- συνώνυμο:
- hertz ,
- Hz ,
- κύκλος ανά δευτερόλεπτο ,
- κύκλοι/δευτερόλεπτο ,
- cps ,
- κύκλος
5. A single complete execution of a periodically repeated phenomenon
- "A year constitutes a cycle of the seasons"
- synonym:
- cycle ,
- oscillation
5. Μία μόνο πλήρης εκτέλεση ενός περιοδικά επαναλαμβανόμενου φαινομένου
- "Ένας χρόνος αποτελεί έναν κύκλο των εποχών"
- συνώνυμο:
- κύκλος ,
- ταλάντωση
6. A wheeled vehicle that has two wheels and is moved by foot pedals
- synonym:
- bicycle ,
- bike ,
- wheel ,
- cycle
6. Τροχοφόρο όχημα που έχει δύο τροχούς και κινείται με πεντάλ ποδιών
- συνώνυμο:
- ποδήλατο ,
- τροχός ,
- κύκλος
verb
1. Cause to go through a recurring sequence
- "Cycle the laundry in this washing program"
- synonym:
- cycle
1. Αιτία να περάσει από μια επαναλαμβανόμενη ακολουθία
- "Ποδηλατήστε τα ρούχα σε αυτό το πρόγραμμα πλύσης"
- συνώνυμο:
- κύκλος
2. Pass through a cycle
- "This machine automatically cycles"
- synonym:
- cycle
2. Πέρασμα μέσα από έναν κύκλο
- "Αυτό το μηχάνημα κάνει αυτόματα κύκλους"
- συνώνυμο:
- κύκλος
3. Ride a motorcycle
- synonym:
- motorbike ,
- motorcycle ,
- cycle
3. Βόλτα με μοτοσικλέτα
- συνώνυμο:
- μοτοσικλέτα ,
- κύκλος
4. Ride a bicycle
- synonym:
- bicycle ,
- cycle ,
- bike ,
- pedal ,
- wheel
4. Βόλτα με ποδήλατο
- συνώνυμο:
- ποδήλατο ,
- κύκλος ,
- πεντάλ ,
- τροχός
5. Recur in repeating sequences
- synonym:
- cycle
5. Επανάληψη σε επαναλαμβανόμενες ακολουθίες
- συνώνυμο:
- κύκλος