Translation meaning & definition of the word "coupe" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κουπ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Coupe
[Κουπέ]/kup/
noun
1. A car with two doors and front seats and a luggage compartment
- synonym:
- coupe
1. Ένα αυτοκίνητο με δύο πόρτες και μπροστινά καθίσματα και χώρο αποσκευών
- συνώνυμο:
- κουπέ