Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "cop" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αλφαβητισμός" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Cop

[Κόπτης]
/kɑp/

noun

1. Uncomplimentary terms for a policeman

    synonym:
  • bull
  • ,
  • cop
  • ,
  • copper
  • ,
  • fuzz
  • ,
  • pig

1. Ασυνήθιστοι όροι για έναν αστυνομικό

    συνώνυμο:
  • ταύρος
  • ,
  • μπάτσος
  • ,
  • χαλκός
  • ,
  • φουρμπ
  • ,
  • χοίρος

verb

1. Take by theft

  • "Someone snitched my wallet!"
    synonym:
  • hook
  • ,
  • snitch
  • ,
  • thieve
  • ,
  • cop
  • ,
  • knock off
  • ,
  • glom

1. Παίρνω από κλοπή

  • "Κάποιος μου έκοψε το πορτοφόλι!"
    συνώνυμο:
  • γάντζος
  • ,
  • αποκοπή
  • ,
  • αλώνι
  • ,
  • μπάτσος
  • ,
  • αποτυγχάνω
  • ,
  • ανατρίχια

2. Take into custody

  • "The police nabbed the suspected criminals"
    synonym:
  • collar
  • ,
  • nail
  • ,
  • apprehend
  • ,
  • arrest
  • ,
  • pick up
  • ,
  • nab
  • ,
  • cop

2. Υπενθυμίζω

  • "Η αστυνομία κατέστρεψε τους ύποπτους εγκληματίες"
    συνώνυμο:
  • κολάρο
  • ,
  • καρφί
  • ,
  • συλλαμβάνω
  • ,
  • σύλληψη
  • ,
  • παραλαμβάνω
  • ,
  • ναμπ
  • ,
  • μπάτσος

Examples of using

How did you get to be a cop?
Πώς κατάφερες να γίνεις αστυνομικός?
Stop bluffing and scaring, cop.
Σταματήστε να μπλοφάρετε και να τρομάζετε, αστυνομικός.
My brother-in-law is a cop.
Ο γαμπρός μου είναι αστυνομικός.