Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "contrary" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αντίθετη" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Contrary

[Αντίθετα]
/kɑntrɛri/

noun

1. A relation of direct opposition

  • "We thought sue was older than bill but just the reverse was true"
    synonym:
  • reverse
  • ,
  • contrary
  • ,
  • opposite

1. Σχέση άμεσης αντιπολίτευσης

  • "Νομίζαμε ότι ο σου ήταν παλαιότερος από τον μπιλ, αλλά ακριβώς το αντίστροφο ήταν αλήθεια"
    συνώνυμο:
  • αντίστροφη
  • ,
  • αντίθετα

2. Exact opposition

  • "Public opinion to the contrary he is not guilty"
    synonym:
  • contrary

2. Ακριβής αντιπολίτευση

  • "Η κοινή γνώμη για το αντίθετο δεν είναι ένοχος"
    συνώνυμο:
  • αντίθετα

3. A logical relation such that two propositions are contraries if both cannot be true but both can be false

    synonym:
  • contrary

3. Μια λογική σχέση τέτοια που δύο προτάσεις είναι αντίθετες αν και οι δύο δεν μπορούν να είναι αληθινές, αλλά και οι δύο μπορεί να είναι ψευδείς

    συνώνυμο:
  • αντίθετα

adjective

1. Very opposed in nature or character or purpose

  • "Acts contrary to our code of ethics"
  • "The facts point to a contrary conclusion"
    synonym:
  • contrary

1. Πολύ αντίθετος στη φύση, το χαρακτήρα ή το σκοπό

  • "Πράξεις αντίθετες με τον κώδικα δεοντολογίας"
  • "Τα γεγονότα δείχνουν ένα αντίθετο συμπέρασμα"
    συνώνυμο:
  • αντίθετα

2. Of words or propositions so related that both cannot be true but both may be false

  • "`hot' and `cold' are contrary terms"
    synonym:
  • contrary

2. Λέξεις ή προτάσεις τόσο σχετικές που και οι δύο δεν μπορούν να είναι αληθινές, αλλά και οι δύο μπορεί να είναι ψευδείς

  • "Το ζεστό και το ψυχρό είναι αντίθετοι όροι"
    συνώνυμο:
  • αντίθετα

3. Resistant to guidance or discipline

  • "Mary mary quite contrary"
  • "An obstinate child with a violent temper"
  • "A perverse mood"
  • "Wayward behavior"
    synonym:
  • contrary
  • ,
  • obstinate
  • ,
  • perverse
  • ,
  • wayward

3. Ανθεκτικό στην καθοδήγηση ή την πειθαρχία

  • "Η μαρία είναι αντίθετη"
  • "Ένα επίμονο παιδί με βίαιη ιδιοσυγκρασία"
  • "Διεστραμμένη διάθεση"
  • "Πορευτική συμπεριφορά"
    συνώνυμο:
  • αντίθετα
  • ,
  • επιφυλάσσω
  • ,
  • διεστραμμένοσ
  • ,
  • προχωρώντασ

4. In an opposing direction

  • "Adverse currents"
  • "A contrary wind"
    synonym:
  • adverse
  • ,
  • contrary

4. Προς μια αντίθετη κατεύθυνση

  • "Αντίστροφα ρεύματα"
  • "Αντίθετος άνεμος"
    συνώνυμο:
  • αντίξοοσ
  • ,
  • αντίθετα

Examples of using

I'm far away from thinking anything bad about you; on the contrary, I'm grateful to you for expressing this accusation. The indefinite situation I've been in for two last years was morally unbearable for me.
Απέχω πολύ από το να σκέφτομαι κάτι κακό για σένα αντίθετα, σε ευχαριστώ που εξέφρασες αυτή την κατηγορία. Η αόριστη κατάσταση στην οποία βρίσκομαι τα τελευταία δύο χρόνια ήταν ηθικά αφόρητη για μένα.
The lack of evidence to the contrary is itself evidence that your theory is probably right.
Η έλλειψη αποδείξεων για το αντίθετο είναι η ίδια απόδειξη ότι η θεωρία σας είναι πιθανώς σωστή.
They say he is guilty, but I believe the contrary.
Λένε ότι είναι ένοχος, αλλά πιστεύω το αντίθετο.