Translation meaning & definition of the word "cobweb" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "κακοποιός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Cobweb
[Κόμπουεμπ]/kɑbwɛb/
noun
1. A fabric so delicate and transparent as to resemble a web of a spider
- synonym:
- cobweb
1. Ένα ύφασμα τόσο λεπτό και διαφανές ώστε να μοιάζει με έναν ιστό αράχνης
- συνώνυμο:
- κόμπουεμπ
2. Filaments from a web that was spun by a spider
- synonym:
- cobweb ,
- gossamer
2. Νήματα από έναν ιστό που περιστράφηκε από μια αράχνη
- συνώνυμο:
- κόμπουεμπ ,
- αλαζονεύων
3. A dense elaborate spider web that is more efficient than the orb web
- synonym:
- cobweb
3. Ένας πυκνός περίτεχνος ιστός αράχνης που είναι πιο αποτελεσματικός από τον ιστό σφαιρών
- συνώνυμο:
- κόμπουεμπ