Translation meaning & definition of the word "coach" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "προπονητής" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Coach
[Προπονητής]/koʊʧ/
noun
1. (sports) someone in charge of training an athlete or a team
- synonym:
- coach ,
- manager ,
- handler
1. (αθλητικό) κάποιος υπεύθυνος για την εκπαίδευση ενός αθλητή ή μιας ομάδας
- συνώνυμο:
- προπονητής ,
- διευθυντής ,
- χειριστήσ
2. A person who gives private instruction (as in singing, acting, etc.)
- synonym:
- coach ,
- private instructor ,
- tutor
2. Ένα άτομο που δίνει ιδιωτική διδασκαλία (ας στο τραγούδι, την υποκριτική, κλπ.)
- συνώνυμο:
- προπονητής ,
- ιδιωτικός εκπαιδευτής ,
- εκπαιδευτήσ
3. A railcar where passengers ride
- synonym:
- passenger car ,
- coach ,
- carriage
3. Ένα τρένο όπου οι επιβάτες οδηγούν
- συνώνυμο:
- επιβατικό αυτοκίνητο ,
- προπονητής ,
- μεταφορά
4. A carriage pulled by four horses with one driver
- synonym:
- coach ,
- four-in-hand ,
- coach-and-four
4. Μια άμαξα που τραβιέται από τέσσερα άλογα με έναν οδηγό
- συνώνυμο:
- προπονητής ,
- τετράποδα ,
- προπονητής-και τέσσερις
5. A vehicle carrying many passengers
- Used for public transport
- "He always rode the bus to work"
- synonym:
- bus ,
- autobus ,
- coach ,
- charabanc ,
- double-decker ,
- jitney ,
- motorbus ,
- motorcoach ,
- omnibus ,
- passenger vehicle
5. Ένα όχημα που μεταφέρει πολλούς επιβάτες
- Χρησιμοποιείται για τις δημόσιες συγκοινωνίες
- "Πάντα οδηγούσε το λεωφορείο για να δουλέψει"
- συνώνυμο:
- λεωφορείο ,
- αυτόματοσ ,
- προπονητής ,
- τσαραμπάνκ ,
- διπλός ντέκερ ,
- νεράιδα ,
- αυτοκινητόδρομο ,
- ομνήμπους ,
- επιβατικό όχημα
verb
1. Teach and supervise (someone)
- Act as a trainer or coach (to), as in sports
- "He is training our olympic team"
- "She is coaching the crew"
- synonym:
- coach ,
- train
1. Διδάξτε και επιβλέψτε (απονέκρωση
- Ενεργεί ως εκπαιδευτής ή προπονητής (τ), όπως και στον αθλητισμό
- "Εκπαιδεύει την ολυμπιακή μας ομάδα"
- "Αυτή προπονεί το πλήρωμα"
- συνώνυμο:
- προπονητής ,
- τρένο
2. Drive a coach
- synonym:
- coach
2. Οδηγώ προπονητή
- συνώνυμο:
- προπονητής
Examples of using
You're the worst basketball coach this team has ever had.
Είσαι ο χειρότερος προπονητής μπάσκετ που είχε ποτέ αυτή η ομάδα.
The coach urged his team not to be complacent following their four consecutive wins.
Ο προπονητής προέτρεψε την ομάδα του να μην εφησυχάσει μετά τις τέσσερις συνεχόμενες νίκες του.
Who is the team's coach?
Ποιος είναι ο προπονητής της ομάδας?