Translation meaning & definition of the word "climax" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κλίμακα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Climax
[Κλίμαξ]/klaɪmæks/
noun
1. The highest point of anything conceived of as growing or developing or unfolding
- "The climax of the artist's career"
- "In the flood tide of his success"
- synonym:
- climax ,
- flood tide
1. Το υψηλότερο σημείο οτιδήποτε θεωρείται ως αναπτυσσόμενο ή αναπτυσσόμενο ή ξεδιπλωμένο
- "Το αποκορύφωμα της καριέρας του καλλιτέχνη"
- "Στην πλημμυρίδα της επιτυχίας του"
- συνώνυμο:
- κορύφωση ,
- πλημμυρίδα
2. The decisive moment in a novel or play
- "The deathbed scene is the climax of the play"
- synonym:
- climax ,
- culmination
2. Η αποφασιστική στιγμή σε ένα μυθιστόρημα ή παιχνίδι
- "Η σκηνή του θανάτου είναι το αποκορύφωμα του παιχνιδιού"
- συνώνυμο:
- κορύφωση ,
- αποκορύφωμα
3. The moment of most intense pleasure in sexual intercourse
- synonym:
- orgasm ,
- climax ,
- sexual climax ,
- coming
3. Η στιγμή της πιο έντονης ευχαρίστησης στη σεξουαλική επαφή
- συνώνυμο:
- οργασμός ,
- κορύφωση ,
- σεξουαλική κορύφωση ,
- ερχόμενοσ
4. The most severe stage of a disease
- synonym:
- climax
4. Το πιο σοβαρό στάδιο μιας ασθένειας
- συνώνυμο:
- κορύφωση
5. Arrangement of clauses in ascending order of forcefulness
- synonym:
- climax
5. Ρύθμιση των ρητρών σε αύξουσα σειρά ενδυνάμωσης
- συνώνυμο:
- κορύφωση
verb
1. End, especially to reach a final or climactic stage
- "The meeting culminated in a tearful embrace"
- synonym:
- culminate ,
- climax
1. Τέλος, ειδικά για να φτάσετε σε ένα τελικό ή κλιμακωτικό στάδιο
- "Η συνάντηση κορυφώθηκε με μια δακρυσμένη αγκαλιά"
- συνώνυμο:
- κορυφώνω ,
- κορύφωση
Examples of using
The audience sobbed throughout the climax of the movie.
Το κοινό έπεσε σε όλη την κορύφωση της ταινίας.