Translation meaning & definition of the word "chuck" into Greek language
Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "τσακ" στην ελληνική γλώσσα
Chuck
[Τσακ]noun
1. Informal terms for a meal
- synonym:
- chow ,
- chuck ,
- eats ,
- grub
1. Άτυποι όροι για ένα γεύμα
- συνώνυμο:
- τσόου ,
- τσακ ,
- τρώει ,
- τρίβω
2. The part of a forequarter from the neck to the ribs and including the shoulder blade
- synonym:
- chuck
2. Το τμήμα ενός μπροστινού τετάρτου από το λαιμό μέχρι τα πλευρά και συμπεριλαμβανομένης της ωμοπλάτης
- συνώνυμο:
- τσακ
3. A holding device consisting of adjustable jaws that center a workpiece in a lathe or center a tool in a drill
- synonym:
- chuck
3. Μια διάταξη συγκράτησης που αποτελείται από ρυθμιζόμενες σιαγόνες που κεντράρουν ένα τεμάχιο εργασίας σε έναν τόρνο ή κεντρίζουν ένα εργαλείο σε ένα τρυπάνι
- συνώνυμο:
- τσακ
verb
1. Throw carelessly
- "Chuck the ball"
- synonym:
- chuck ,
- toss
1. Ρίξε απρόσεκτα
- "Τσακ η μπάλα"
- συνώνυμο:
- τσακ ,
- πετώ
2. Throw away
- "Chuck these old notes"
- synonym:
- chuck ,
- ditch
2. Πετάω
- "Τσάκα αυτές τις παλιές νότες"
- συνώνυμο:
- τσακ ,
- τάφρο
3. Pat or squeeze fondly or playfully, especially under the chin
- synonym:
- chuck ,
- pat
3. Χτυπήστε ή σφίξτε με αγάπη ή παιχνιδιάρικα, ειδικά κάτω από το πηγούνι
- συνώνυμο:
- τσακ ,
- πατ
4. Eject the contents of the stomach through the mouth
- "After drinking too much, the students vomited"
- "He purged continuously"
- "The patient regurgitated the food we gave him last night"
- synonym:
- vomit ,
- vomit up ,
- purge ,
- cast ,
- sick ,
- cat ,
- be sick ,
- disgorge ,
- regorge ,
- retch ,
- puke ,
- barf ,
- spew ,
- spue ,
- chuck ,
- upchuck ,
- honk ,
- regurgitate ,
- throw up
4. Εκτοξεύστε το περιεχόμενο του στομάχου μέσω του στόματος
- "Αφού ήπιαν πολύ, οι μαθητές έκαναν εμετό"
- "Καθάριζε συνεχώς"
- "Ο ασθενής αναμασούσε το φαγητό που του δώσαμε χθες βράδυ"
- συνώνυμο:
- εμετός ,
- κάνε εμετό ,
- εκκαθάριση ,
- κατασκευαστής ,
- άρρωστος ,
- γάτα ,
- να είσαι άρρωστος ,
- αποβάλλω ,
- regorge ,
- επαναφορά ,
- εμετό ,
- barf ,
- εκτοξεύω ,
- παραπλανώ ,
- τσακ ,
- upchuck ,
- κορνάρω ,
- αναρροφώ ,
- throw up