Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "child" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παιδί" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Child

[Παιδί]
/ʧaɪld/

noun

1. A young person of either sex

  • "She writes books for children"
  • "They're just kids"
  • "`tiddler' is a british term for youngster"
    synonym:
  • child
  • ,
  • kid
  • ,
  • youngster
  • ,
  • minor
  • ,
  • shaver
  • ,
  • nipper
  • ,
  • small fry
  • ,
  • tiddler
  • ,
  • tike
  • ,
  • tyke
  • ,
  • fry
  • ,
  • nestling

1. Ένας νέος και των δύο σεξ

  • "Γράφει βιβλία για παιδιά"
  • "Είναι απλά παιδιά"
  • "Ο ντίντλερ είναι ένας βρετανικός όρος για τους νέους"
    συνώνυμο:
  • παιδί
  • ,
  • νεαρός
  • ,
  • ανήλικος
  • ,
  • ξυριστήσ
  • ,
  • νεπ
  • ,
  • μικρό τηγανητό
  • ,
  • ταινία
  • ,
  • τίκε
  • ,
  • τυρ
  • ,
  • τηγανίζω
  • ,
  • φωλιάζω

2. A human offspring (son or daughter) of any age

  • "They had three children"
  • "They were able to send their kids to college"
    synonym:
  • child
  • ,
  • kid

2. Ένας ανθρώπινος απόγονος (σον ή κόρη) οποιασδήποτε ηλικίας

  • "Είχαν τρία παιδιά"
  • "Κατάφεραν να στείλουν τα παιδιά τους στο κολέγιο"
    συνώνυμο:
  • παιδί

3. An immature childish person

  • "He remained a child in practical matters as long as he lived"
  • "Stop being a baby!"
    synonym:
  • child
  • ,
  • baby

3. Ένα ανώριμο παιδικό άτομο

  • "Παρέμεινε παιδί σε πρακτικά θέματα όσο ζούσε"
  • "Σταματήστε να είστε μωρό!"
    συνώνυμο:
  • παιδί
  • ,
  • μωρό

4. A member of a clan or tribe

  • "The children of israel"
    synonym:
  • child

4. Μέλος μιας φυλής ή μιας φυλής

  • "Τα παιδιά του ισραήλ"
    συνώνυμο:
  • παιδί

Examples of using

Every child needs someone to admire and emulate.
Κάθε παιδί χρειάζεται κάποιον να θαυμάζει και να μιμείται.
Tom requested that we take care of his child.
Ο Τομ ζήτησε να φροντίσουμε το παιδί του.
Would you ever consider adopting a child?
Θα σκεφτόσασταν ποτέ να υιοθετήσετε ένα παιδί?