Translation meaning & definition of the word "chico" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τσικο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Chico
[Τσίκο]/ʧikoʊ/
noun
1. United states comedian
- One of four brothers who made motion pictures together (1891-1961)
- synonym:
- Marx ,
- Leonard Marx ,
- Chico
1. Κωμικός των ηνωμένων πολιτειών
- Ένας από τους τέσσερις αδελφούς που έκαναν κινηματογραφικές εικόνες μαζί (1891-1961)
- συνώνυμο:
- Μαρξ ,
- Λέοναρντ Μαρξ ,
- Τσίκο