Translation meaning & definition of the word "cheery" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "χαρτί" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Cheery
[Χαρακτηριστικό]/ʧɪri/
adjective
1. Bright and pleasant
- Promoting a feeling of cheer
- "A cheery hello"
- "A gay sunny room"
- "A sunny smile"
- synonym:
- cheery ,
- gay ,
- sunny
1. Φωτεινό και ευχάριστο
- Προωθώντας ένα αίσθημα ευθυμίας
- "Ένα χαρούμενο γεια"
- "Ένα γκέι ηλιόλουστο δωμάτιο"
- "Ένα ηλιόλουστο χαμόγελο"
- συνώνυμο:
- χαρούμενοσ ,
- γκέι ,
- ηλιόλουστος