Translation meaning & definition of the word "canyon" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φαράγγι" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Canyon
[Φαράγγι]/kænjən/
noun
1. A ravine formed by a river in an area with little rainfall
- synonym:
- canyon ,
- canon
1. Μια χαράδρα που σχηματίζεται από ένα ποτάμι σε μια περιοχή με μικρές βροχοπτώσεις
- συνώνυμο:
- φαράγγι ,
- κανόνας