Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "canary" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "καναρίνι" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Canary

[Κανάρι]
/kənɛri/

noun

1. Someone acting as an informer or decoy for the police

    synonym:
  • fink
  • ,
  • snitch
  • ,
  • snitcher
  • ,
  • stoolpigeon
  • ,
  • stool pigeon
  • ,
  • stoolie
  • ,
  • sneak
  • ,
  • sneaker
  • ,
  • canary

1. Κάποιος που ενεργεί ως πληροφοριοδότης ή ντεκόρ για την αστυνομία

    συνώνυμο:
  • παραπονιέμαι
  • ,
  • αποκοπή
  • ,
  • αποφεύγων
  • ,
  • σκαμπόπετρο
  • ,
  • περιστέρι σκαμνί
  • ,
  • σκαμνί
  • ,
  • παπούτσι
  • ,
  • καναρίνι

2. A female singer

    synonym:
  • canary

2. Γυναίκα τραγουδίστρια

    συνώνυμο:
  • καναρίνι

3. A moderate yellow with a greenish tinge

    synonym:
  • canary yellow
  • ,
  • canary

3. Ένα μέτριο κίτρινο με πρασινωπή χροιά

    συνώνυμο:
  • κίτρινο καναρίνι
  • ,
  • καναρίνι

4. Any of several small old world finches

    synonym:
  • canary
  • ,
  • canary bird

4. Οποιοδήποτε από τα πολλά μικρά πτερύγια του παλαιού κόσμου

    συνώνυμο:
  • καναρίνι
  • ,
  • καναρίνι πουλί

adjective

1. Having the color of a canary

  • Of a light to moderate yellow
    synonym:
  • canary
  • ,
  • canary-yellow

1. Έχοντας το χρώμα ενός καναρινιού

  • Από ελαφρύ έως μέτριο κίτρινο
    συνώνυμο:
  • καναρίνι
  • ,
  • καναρίνι-κίτρινο

Examples of using

My canary was killed by a cat.
Το καναρίνι μου σκοτώθηκε από μια γάτα.
A canary is a small bird and people sometimes keep it as a pet.
Ένα καναρίνι είναι ένα μικρό πουλί και οι άνθρωποι μερικές φορές το κρατούν ως κατοικίδιο ζώο.