Translation meaning & definition of the word "bulldozer" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "μπουλντόζα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Bulldozer
[Μπουλντόζα]/bʊldoʊzər/
noun
1. Large powerful tractor
- A large blade in front flattens areas of ground
- synonym:
- bulldozer ,
- dozer
1. Μεγάλο ισχυρό τρακτέρ
- Μια μεγάλη λεπίδα στο μέτωπο πλακώνει τις περιοχές του εδάφους
- συνώνυμο:
- μπουλντόζα ,
- ντότσερ